αλληλοεξόντωση

αλληλοεξόντωση
η [αλληλοεξοντώνομαι]
αμοιβαία εξόντωση, εξόντωση τού ενός από τον άλλο.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • αλληλοεξοντώνομαι — εξοντώνω κάποιον και ταυτόχρονα εξοντώνομαι από αυτόν. [ΕΤΥΜΟΛ. < αλληλο * + εξοντώνω ( ομαι). ΠΑΡ. νεοελλ. αλληλοεξόντωση] …   Dictionary of Greek

  • αντίφονος — ἀντίφονος, ον (Α) 1. αυτός που γίνεται για εκδίκηση φόνου 2. φρ. «θάνατοι ἀντίφονοι» αλληλοεξόντωση …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”